Το στρες (ή άγχος) είναι η αντίδραση του οργανισμού σε ερεθίσματα που θεωρεί ότι ξεπερνούν τους διαθέσιμους πόρους του. Είναι επομένως μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού σε απαιτήσεις ή πιέσεις από το περιβάλλον, είτε πρόκειται για καθημερινές υποχρεώσεις, είτε για σημαντικά γεγονότα στη ζωή. Όταν βιώνουμε στρες, ενεργοποιείται ο λεγόμενος “μηχανισμός μάχης ή φυγής”, με την έκκριση ορμονών όπως η κορτιζόλη και η αδρεναλίνη, που προετοιμάζουν το σώμα για δράση. Παρά το γεγονός ότι αυτή η αντίδραση είναι σημαντική για την επιβίωση, η χρόνια έκθεση σε στρες μπορεί να επηρεάσει τη σωματική και ψυχική μας υγεία, συμπεριλαμβανομένου και του τρόπου που το σώμα μας διαχειρίζεται το βάρος και την όρεξη.
Τύποι στρες
Δεν είναι κάθε μορφή στρες αρνητική. Το στρες χωρίζεται σε δύο βασικές κατηγορίες:
• Eustress (θετικό στρες): Είναι η μορφή στρες που κινητοποιεί, αυξάνει την παραγωγικότητα και ενισχύει τη συγκέντρωση. Παραδείγματα είναι η προετοιμασία για μια σημαντική παρουσίαση ή η συμμετοχή σε μια αθλητική δραστηριότητα. Το eustress μπορεί να βελτιώσει τη διάθεση, να ενισχύσει τη φυσική δραστηριότητα και να υποστηρίξει έναν υγιή μεταβολισμό.
• Distress (αρνητικό στρες): Είναι το χρόνιο ή έντονο στρες που υπερβαίνει τις αντοχές του οργανισμού. Σχετίζεται με κόπωση, μείωση ανοσοποιητικής άμυνας, μεταβολικές αλλαγές και αυξημένο κίνδυνο για συσσώρευση λίπους Προκαλεί υπερβολική έκκριση κορτιζόλης, αυξημένη όρεξη για θερμιδογόνα τρόφιμα και αλλαγές στον μεταβολισμό, συμβάλλοντας στην αύξηση σωματικού βάρους και στην εμφάνιση άλλων προβλημάτων υγείας. Επίσης, τα αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης ευνοούν την εναπόθεση λίπους στην κοιλιακή χώρα. Η συσσώρευση κοιλιακού λίπους δεν αποτελεί μόνο αισθητικό ζήτημα, αλλά συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και μεταβολικό σύνδρομο.
Κατανοώντας τη διαφορά ανάμεσα σε eustress και distress, μπορούμε να μάθουμε να αξιοποιούμε το θετικό στρες προς όφελος της υγείας μας και να μειώνουμε τις επιπτώσεις του αρνητικού στρες.
Πώς το στρες επηρεάζει την όρεξη
Το στρες μπορεί να έχει διαφορετική επίδραση στην όρεξη ανάλογα με τον τύπο του και την ατομική αντίδραση. Υπάρχουν άτομα, των οποίων η όρεξη και η διατροφική συμπεριφορά δεν επηρεάζεται καθόλου από το στρες και υπάρχουν και άνθρωποι, των οποίων η όρεξη και το στρες είναι αλληλένδετα. Από αυτούς κάποιοι τείνουν να τρώνε περισσότερο, καταφεύγοντας σε comfort foods, ενώ άλλοι χάνουν την όρεξή τους. Σε κάθε περίπτωση, οι ανισορροπίες στη διατροφή οδηγούν μακροπρόθεσμα σε δυσκολία στη ρύθμιση του βάρους.
Επιπλέον, το στρες μπορεί να επηρεάσει έμμεσα την όρεξη μέσω διαταραχών ύπνου, μειωμένης κινητικότητας ή συναισθηματικής κατανάλωσης, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που επηρεάζει το σωματικό βάρος και την ενέργεια.
Stress Eaters και Stress Fasters: Δύο τρόποι αντίδρασης στο στρες
Τα άτομα, των οποίων η όρεξη επηρεάζεται από το στρες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες τους stress eaters και τους stress fasters.
• Stress eaters (περίπου 70%): Τείνουν να αυξάνουν την πρόσληψη τροφής όταν βιώνουν στρες, συχνά επιλέγοντας πλούσια σε θερμίδες, γλυκά ή λιπαρά τρόφιμα. Η συμπεριφορά αυτή σχετίζεται με αυξημένη έκκριση κορτιζόλης και συναισθηματική ανάγκη για “comfort foods”.
• Stress fasters (περίπου 30%): Αντίθετα, κάποιοι βιώνουν μείωση της όρεξης όταν είναι αγχωμένοι, με αποτέλεσμα περιορισμένη πρόσληψη τροφής και, σε ορισμένες περιπτώσεις, απώλεια βάρους.
Η γνώση του δικού μας τρόπου αντίδρασης στο στρες βοηθά στο να προσαρμόσουμε στρατηγικές διατροφής και διαχείρισης στρες, αποφεύγοντας τον φαύλο κύκλο υπερφαγίας ή υποσιτισμού. Η σχέση ανάμεσα στο άγχος και το σωματικό βάρος είναι αμφίδρομη. Το αυξημένο βάρος μπορεί να προκαλέσει επιπλέον στρες, ενώ το στρες συμβάλλει σε ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες και σε διαταραχές ύπνου, που με τη σειρά τους εντείνουν τη δυσκολία στη ρύθμιση του βάρους.
Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε την επίδραση του άγχους στο βάρος μας
Η αντιμετώπιση δεν βρίσκεται μόνο στη «θέληση» ή στο να ακολουθήσουμε μια δίαιτα, αλλά απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση για τη μείωση και καλύτερη διαχείριση του άγχους. Ορισμένες πρακτικές που βοηθούν:
• Συστηματική φυσική δραστηριότητα: μειώνει την κορτιζόλη, αυξάνει τις ενδορφίνες βελτιώνοντας τη διάθεση και βοηθά στον καλύτερο έλεγχο του βάρους.
• Ενσυνείδητη διατροφή: σταθερά ωράρια και συνδυασμός υδατανθράκων, πρωτεΐνης και καλών λιπαρών βοηθούν στη σταθεροποίηση των επιπέδων γλυκόζης και της όρεξης. Επιπλέον, φροντίζουμε να τρώμε τα γεύματά μας αργά και χωρίς περισπασμούς ώστε να καταναλώνουμε όσα πραγματικά θέλουμε στην πραγματικότητα εκείνη τη στιγμή.
• Ποιοτικός ύπνος: Η επαρκής ποιότητα και διάρκεια ύπνου είναι κρίσιμη για τον έλεγχο της όρεξης και του μεταβολισμού, επομένως φροντίζουμε να έχουμε σταθερό ωράριο ύπνου και να αποφεύγουμε την καφεΐνη και τις οθόνες πριν την κατάκλιση.
• Τεχνικές χαλάρωσης: διαλογισμός, γιόγκα, βαθιές αναπνοές και σύντομοι περίπατοι μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα στρες καθημερινά.
• Αναζήτηση υποστήριξης: οι συζητήσεις με φίλους και οικογένεια μπορούν να βοηθήσουν στη διαχείριση της πίεσης χωρίς να καταφύγουμε στο φαγητό. Όταν όμως το άγχος είναι έντονο και επηρεάζει την καθημερινότητα, η συμβουλή ψυχολόγου ή άλλου ειδικού ψυχικής υγείας είναι καθοριστική.
Το άγχος είναι αναπόφευκτο κομμάτι της ζωής, όμως η διαχείρισή του είναι καθοριστική τόσο για την ψυχική μας υγεία όσο και για τη σωματική. Η σχέση ανάμεσα στο στρες και το σωματικό βάρος είναι πολύπλοκη, αλλά όχι αξεπέραστη. Με συνειδητές επιλογές διατροφής, τακτική σωματική δραστηριότητα και στρατηγικές διαχείρισης στρες, μπορούμε να μειώσουμε τις επιπτώσεις του στρες στο σώμα μας και να υποστηρίξουμε την υγεία μας συνολικά. Μαθαίνοντας να ακούμε το σώμα μας και να δίνουμε χώρο στη φροντίδα του, μπορούμε να βρούμε μια ισορροπία που θα μας επιτρέψει να ζούμε με περισσότερη ενέργεια και λιγότερες τύψεις.